Ξύπνησα σ’ένα δωμάτιο κάπως ξένο
Πως βρέθηκα εδώ δε το καταλαβαίνω
Που ήμουνα χτες βράδυ,μυαλό σε blackout
πήχτρα σκοτάδι γυρεύω κάποιο γνώριμο σημάδι
μα τζίφος ψαχουλεύω τοίχους στο ημίφως
να βρω κάποιο διακόπτη να φωτίσω λίγο μήπως
και βρω κάποιο γνωστό που σπίτι του μ’άφησε να κοιμηθώ
να μου πει τι παίζει μπας και θυμηθώ
αλλά τίποτα όλα τα δωμάτια είναι άδεια
όπου και αν κοιτάξω είναι τίγκα στα τετράδια
Δε θέλω να μείνω,στο μπάνιο πάω τη μούρη μου να πλύνω
να βάλω δυο ρούχα και να του δίνω
και όντως το κάνω και στο καθρέφτη κοιτιέμαι
συνειδητοποιώ δε θυμάμαι το πως με λένε
Ποιος είμαι,ποιο είναι το μικρό μου
παντού σε κορνίζες το πρόσωπό μου
τελικά μάλλον το σπίτι είναι δικό μου
Ατύχησα,μάλλον στον ύπνο μου κάπου χτύπησα
και χωρίς να έχω παρελθόν σήμερα ξύπνησα
Ψάχνω για ταυτότητα ή δίπλωμα,τίποτα δε μπορώ να βρω
μάλλον κι’αυτό θα είναι σύμπτωμα
Γρήγορα χτυπάω το κουδούνι του γείτονα
Ήτανε νωρίς και ήμουν σίγουρος θα τον σήκωνα
Ακούω από μέσα βήματα
τον βλέπω απ’το μάτι κοιτάει καχύποπτα
μα δε μου ανοίγει και ’γω επίμονα συνέχισα
τελικά φαντάζομαι τον έπεισα
κι άνοιξε ως τη μέση τη πόρτα με αλυσίδα
Του λέω μάλλον απ’το κρεβάτι έπεσα και δε θυμάμαι τίποτα
και τότε είδα τα μάτια του να παίρνουν μια έκφραση απορημένη
Δεν ήμουν σίγουρος στ’αλήθεια για το τι συμβαίνει
Τον ρώτησα τι τρέχει,μου είπε από τους γείτονες απέχει
πως ζούμε χρόνια δίπλα μα πρώτη φορά με βλέπει
και δε θέλει να’χει οικειότητες
Του λέω κάποιος άλλος γείτονας;μου λέει σώθηκες
Οκ λέω και `γω πάω να φύγω
περίπου δυο λεπτά μετά στο δρόμο καταλήγω
και λίγο πιο πέρα ένας τυπάς μου λέει καλημέρα
μου λέει πως δε θυμάται πως με λένε και ας με βλέπει κάθε μέρα
πως έχω μια μάνα και ένα πατέρα
και πως μένουμε μόνο λίγα τετράγωνα πιο πέρα
Τέλεια λύθηκε λοιπόν το πρόβλημα μου
αρκεί μόνο να βρω πάλι την οικογένεια μου
σένια όλα θα γίνουν παραμυθένια
Τους βρήκα,μια γριούλα και έναν γέρο μ’άσπρα γένια
Μου είπανε καλό μου παιδί μην απορείς
φερθήκαμε σα μαλάκες και γεράσαμε νωρίς
Φύγε από κοντά μας όσο προλαβαίνεις και μπορείς
κι άμα κάποτε τη μνήμη σου βρεις να μας συγχωρείς
Την έκανα λοιπόν για τα επόμενα άτομα που ίσως να βοηθούσαν
Μου’παν είχα μια γκόμενα λατρεμένη
που ήμασταν τρελά ερωτευμένοι
και πως για καλή μου τύχη θυμόντουσαν το που μένει
και πήγα τρέφοντας μέσα μου μια ελπίδα
Ομολογώ δε μου θύμισε κάτι όταν την είδα
Τη ρώτησα για μας και μου είπε καλύτερα μη ρωτάς
είχα κάνει αφάνταστα να πονάς
Την ρώτησα άμα την αγαπούσα
μου είπε με λάτρευες όμως φέρθηκα απαίσια γιατί δε το εκτιμούσα
Της λέω δεν έχει σημασία πια,περασμένα ξεχασμένα τα παλιά σωστά;
Πες μου μόνο πως με λένε,μου λέει δε μπορώ,
προσπαθώ να σε ξεχάσω καιρό και δε θέλω να θυμηθώ
Οκ λοιπόν μη σε ταλαιπωρώ
θα φύγω για να ψάξω κάπου αλλού να με βρω
Μου είπε για μια καφετέρια που αράζαμε με φίλους
και πως ολημερίς κάπου εκεί τη βγάζαμε
Σίμωσα,με κοιτούσαν όλοι στραβά
Τους είπα μάγκες μήπως έκανα τίποτα και σας θύμωσα
Μου είπαν όλη μέρα στο σπίτι πως έμενα
πως έγραφα ρίμες και στα clubs μαζί τους δεν έβγαινα
πως έπινα και ότι μονίμως ήμουνα λιώμα
και γι’αυτό ξέχασαν όλοι και το όνομα μου ακόμα
Περπάτησα σ’ένα παγκάκι πήγα και κάθισα
και όσα δάκρυα είχα μάλλον εκεί πέρα τα ’χυσα
Άραξα,δέχτηκα τη πίκρα που γεύτηκα
τα ’βαλα όλα κάτω και προσωρινά παιδεύτηκα
Περπάτησα σ’ένα παγκάκι πήγα και κάθισα
και όσα δάκρυα είχα μάλλον εκεί πέρα τα ’χυσα
Σιώπησα,σκέφτηκα όσα μου ’παν θέματα
Φερθήκαν τόσο σκάρτα στ’αλήθεια ή λένε ψέμματα;
Περπάτησα σ’ένα παγκάκι πήγα και κάθησα
και όσα δάκρυα είχα μάλλον εκεί πέρα τα ’χυσα
Να ’μαι,σκέφτομαι ποιος είμαι και φοβάμαι
και τελικά δε ξέρω αν όντως θέλω να θυμάμαι
Περπάτησα σ’ένα παγκάκι πήγα και κάθισα
και όσα δάκρυα είχα μάλλον εκεί πέρα τα ’χυσα
Δάκρυσα,έκλαψα και τελικά κατέληξα
Είμαι ο Ρο Φι και το χαίρομαι που σας ξέχασα ...