Μου λέτε τι πικραίνομαι και στενοχώριες βάνω,
ζωή είν’ αυτή ή βάσανο, ω, ω, ω κι εσείς κι εγώ που κάνω.
Να μ’ έπνιγε η μάνα μου στη γέννα, προτιμούσα,
παρά που μ’ άφησε να ζω, ζωή που δεν ποθούσα.
Κι αν κλαίω κι αν οδύρομαι, ποιος νιώθει τη ψυχή μου,
φυσάει βοριάς και χάνεται, ω, ω, ω στα πέρατα η φωνή μου,
Να μ’ έπνιγε η μάνα μου στη γέννα, προτιμούσα,
παρά που μ’ άφησε να ζω, ζωή που δεν ποθούσα.
Σου λεν είν’ όμορφη η ζωή, μα ποια είν’ η ομορφιά της,
όλα τα αχ κι όλα τα βαχ, ω, ω, ω είναι η κληρονομιά της.
Να μ’ έπνιγε η μάνα μου στη γέννα, προτιμούσα,
παρά που μ’ άφησε να ζω, ζωή που δεν ποθούσα.