Μες στη χαρά σου αν ξεχαστείς
και θυμηθείς εμένα,
θα ναι η στιγμή απού ‘κανες
τα όνειρα μου ξένα.
Αφού δεν θα ‘μαι ο γαμπρός
και δεν θα σε παντρέψω
να ‘μουνα σκιά
νύφη να σε χορέψω.
Κι αν δεν θα πιάνει ο παππάς
τις βέρες να σ’ αλλάξει,
θυμίσου με τα όνειρα
τσ’ έχω κι αυτές φυλάξει.
Τα στέφανα, το νυφικό,
δυο βέρες, μια κορδέλα,
είναι αφορμή και έβγαλε με
πολλές φορές στην τρέλα.
Το νυφικό κερά μου,
το νυφικό, τα στέφανα,
το μέλι και μια βέρα
θα γίνουνε ο θάνατος
για μένα κάποια μέρα.
Κρασί και μελοκάρυδο
στα γελαστά σου χείλη
νύφη εσύ κι εγώ νεκρός
και να με κλαίνε οι φίλοι.
Νύφη, κερά μου
νύφη όντε πας στην εκκλησιά
τον άλλον να κοιτάξεις
δεν θα ‘μαι εγώ και πρόσεξε
να μην αναστενάξεις.
Νύφη όντε πας στην εκκλησιά
τον άλλον ν’ αντικρίζεις
να κάτεχα εις το βλέμμα σου
αν θα με συναντήσεις.
Φτάνει το σώμα να γενεί
του γάμου σου οι λαμπάδες,
να λιώνω και να στέκομαι
δίπλα από τσι παπάδες.
Θέλω το σώμα να γενεί
λαμπάδα να ‘σαι αιτία,
να λιώνω και να σε θωρώ
νύφη στην εκκλησία.
Αχ, κερά μου
ότι κι αν είχα στη ζωή
περάσει κι είσαι αιτία
να ‘ναι χαρές όντε θα μπεις
νύφη στην εκκλησία.
Μ’ όποιον κι αν μπεις στην εκκλησιά
μ’ όποιον και να βλογάσαι
ψεύτικα να χαμογελάς
γιατί θα με θυμάσαι.
Στεγνώσανε τα χείλη μου
να σου φωνάζω στάσου
και να μου λες παντρεύομαι
φεύγω και στα δικά μου.
Αχ, κι εγώ φωνάζω στάσου.