Στήνουμε θέατρα και τα χαλούμε
όπου βρεθούμε κι όπου σταθούμε
στήνουμε θέατρα και σκηνικά,
αλλά η μοίρα μας πάντα νικά.
Και τα σαρώνει και μας σαρώνει
τους θεατρίνους, το θεατρώνη
υποβολέα και μουσικούς
στους πέντε ανέμους τους βιαστικούς.
Σάρκες, λινάτσες, πέπλα, στολίδια,
στίχους, συστήματα και τα φτιασίδια
φτερά και πούπουλα και τις κραυγές
κι τα λιογέρματα και τις χαρές
ριγμένα ανάκατα μαζί μ’ εμάς
πες μου πού πάμε; πες μου πού πας;
Κοίτα τα νεύρα μας γυμνά στο δέρμα
σαν τις λουρίδες ονάγρου ή ζέβρα
Γυμνά κι ανάερα, στεγνά στην κάψα
πότε μας γέννησαν; πότε μας θάψαν!
Και τεντωμένα σαν τις χορδές
κάποιας κιθάρας. Ξύπνα και δες
και την καρδιά μας σαν το σφουγγάρι,
στο δρόμο σέρνεται και στο παζάρι
πίνει το αίμα και τη χολή
και του τετράρχη και του ληστή.