Η βροχή που δε σταμάτησε να πέφτει
και το `φεύγω’ που `χες γράψει στον καθρέφτη
σαν μαχαίρι μες τη νύχτα μου `χει τάξει
τη ζωή μου μέσα κι έξω να χαράξει
Το φεγγάρι που δε φάνηκε ακόμα
το φανάρι που ανάβει λάθος χρώμα
και τα βήματα στην πόρτα πριν χτυπήσεις
ίσως να `ναι του μυαλού μου παραισθήσεις
Δε θ’ αφήσω να με πάρει από κάτω
δε φοβάμαι ούτε ελπίζω τώρα πια
Πάντα έπινα τα όνειρα άσπρο πάτο
και ας κρατούσανε μονάχα μια βραδιά
Τα κλειδιά σου στο τραπέζι ξεχασμένα
το δωμάτιο πιο άδειο κι από μένα
σαν τσιγάρο στο τασάκι έχω σβήσει
που δεν πρόλαβε κανείς να με καπνίσει
Στο καλάθι της κουζίνας κι η κολόνια
που την πέταξες μαζί με τόσα χρόνια
Και τα όνειρα στην κάμαρα την άδεια
σαν την ψύχρα με παγώνουνε τα βράδια
Δε θ’ αφήσω να με πάρει από κάτω
δε φοβάμαι ούτε ελπίζω τώρα πια
Πάντα έπινα τα όνειρα άσπρο πάτο
και ας κρατούσανε μονάχα μια βραδιά