Στο καρώ του το σακάκι
που μου τ’ άφησε αμανάτι,
παίζει τ’ όνειρό μου σκάκι
πάνω στη φαρδιά του πλάτη.
Με το άλογο το μαύρο
και με τη βασίλισσά μου,
ψάχνω για να τον ξανάβρω,
μα κερδίζει η μοναξιά μου.
Είναι μάταιο, το ξέρω, να επιμένω,
μα τι άλλο έχω να χάσω απ’ το χαμένο,
μου αρκεί που βάζω πύργο στην καρδιά του
στα τετράγωνα πιο πάνω απ’ τα κουμπιά του.
Στο καρώ του το σακάκι,
κάθε βράδυ είμαι σκυμμένη,
παίζω ντάμα, παίζω σκάκι,
πάντα βγαίνω νικημένη.
Και κοιμάμαι μη μ’ αφήσει
η στερνή μου η ελπίδα,
πως μια μέρα θα γυρίσει
και θα πάρω την παρτίδα.
Είναι μάταιο, το ξέρω, να επιμένω,
μα τι άλλο έχω να χάσω απ’ το χαμένο,
μου αρκεί που βάζω πύργο στην καρδιά του
στα τετράγωνα πιο πάνω απ’ τα κουμπιά του.