Κρυώνω, δεν έχω σακκάκι, κουβέρτα να γείρω,
παγώνω και νιώθω να τρίζει η καρέκλα, θα φύγω,
θα φύγω, το νιώθω, με σύριγγα άδεια, βοήθεια,
ανάβουν φωτιές που μου καίνε, τα βράδια, τα στήθια.
Και όταν με βρείτε σβησμένο, σε άσπρα σεντόνια,
θα κλάψετε μόνο τα λίγα μου, είκοσι χρόνια.
Σαν χθες, μια κλωστή είχα το Μάρτη δεμένο στο χέρι,
το λάστιχο, τώρα, στο μπράτσο, σφιγμένο μαχαίρι,
κι εσείς που μ’ ακούτε τα βράδια, να ουρλιάζω, να λιώνω,
θα φύγω, το νιώθω, και σ’ όλους φωνάζω, κρυώνω.
Και όταν με βρείτε σβησμένο, σε άσπρα σεντόνια,
να κλάψετε μόνο τα λίγα μου, είκοσι χρόνια. ( χ2 )