Ξύπνησε το κλεινόν άστυ
από λήθαργο βαρύ
και σε βρήκε να βολτάρεις
μεθυσμένη στου Ψυρρή
Ζεις σε μόνιμο μεθύσι
και δε φταίει το ποτό
οι βιτρίνες που γυαλίζουν
σου θολώνουν το μυαλό
Ονειρεύεσαι,
ονειρεύεσαι μηδενικά
Τον πολύτιμό σου χρόνο
σπαταλάς στο κινητό
και ταξίδια ετοιμάζεις
μες στο διαδίκτυο
επανάσταση σηκώνεις
λάβαρό σου το ευρώ
και πενθείς για τους πεσόντες
στο χρηματιστήριο
Ονειρεύεσαι,
ονειρεύεσαι μηδενικά
Ονειρεύεσαι αγάπες
κάπως τηλεοπτικές
όπως ζεις στις αυταπάτες
και τα βράδια μόνη κλαις
τίποτα πια δε γεμίζει
της καρδιάς σου το κενό
και μια πτήση ετοιμάζεις
απ’ τον πέμπτο όροφο