Φοβήθηκα στη μοίρα μου το σκόρπισμα της άμμου
και τίποτα δε στέριωσε κοντά μου
αυγή ερχόταν η χαρά και πριν το μεσημέρι
την έβρισκα απάνω στο μαχαίρι.
Μαχαίρι μαχαιράκι μου, για πες μου αν είδες άλλη
να σ’ έχει σαν εμένα προσκεφάλι
κι αν είδες έλα χτύπα με, μ’ αν όχι πέρα κάνε
γιατί δυο μάτια μαύρα, με κοιτάνε.
Φοβήθηκα τη μοίρα μου κι ότι κι αν έχει φέρει
σαν το νερό μου γλίστρησ’ απ’ το χέρι
διπλό στην πόρτα μου κλειδί, βάζω και δεν ανοίγω
η ερημιά πριν με ξεχάσει λίγο.
Μαχαίρι μαχαιράκι μου, μι’ αγάπη αν σταυρώσω
εγώ να δεις, θα σε μαλαματώσω
κι αν ως τα τώρα χτύπησες, όποια χαρά και να `βρα
μη μου χτυπάς τα μάτια αυτά, τα μαύρα.