Σου έδωκα τη Μερτσεντέ, σου `δωκα και το σπίτι
μα κάθε βράδυ τριγυρνάς και μ’ άλλονε αλήτη.
Ρούχα, στολίδια σου `δωκα, επιταγές και cash card
για να μου πεις αναίσχυντη: Άιντε και fuck you, bastard!
Απ’ τη δουλειά με διώξανε και έμεινα στον άσσο
είμαι ταπί και ψύχραιμος γι’ αυτό και πάω πάσο.
Μα τώρα όμως έφτασε ο κόμπος εις το χτένι
τράβα λοιπόν στη μάνα σου μωρή ξεφτιλισμένη.
Ήσουν όταν σ’ αντάμωσα γυναίκα του ελέους
τώρα σαν φούσκα με πουλάς μέσα στη Σοφοκλέους.