Το τέρμα τ’ ουρανού
Το τέρμα τ’ ουρανού
Το τέρμα τ’ ουρανού
Άκουσα τα βήματα και βγήκα ως την πόρτα
και μια φιγούρα μού `φερνε σκηνές απ’ τα παλιά.
Και ξύπνησα και σκέφτηκα όπως σκεφτόμουν πρώτα,
να, τότε που οι άγγελοι βγαίναν στη ζητιανιά.
Το σώμα μένει ακίνητο σαν φτερουγίζει η σκέψη,
έτσι και `γω απόμεινα σαν άγαλμα βουβός.
Και μια ιδέα έμμονη μου πήρε τη μιλιά μου
και χάθηκα στο όραμα χωρίς ν’ ανάψω φως.
Το τέρμα τ’ ουρανού
Το τέρμα τ’ ουρανού
Το τέρμα τ’ ουρανού
Σε πίστεψα, με πίστεψες και χάσαμε κι οι δύο.
Σ’ αρνήθηκα, μ’ αρνήθηκες και χάσαμε κι οι δυο.
Στου κόσμου το ντελίριο μου πέταξες τ’ αντίο
και από τότε κρύφτηκες βαθιά στο παρελθόν.
Πουτάνες οι ελπίδες μου με όλους έχουν πάει,
μ’ ιδεολόγους, μ’ ήρωες, με πλούσιους, με αστούς.
Τα χρόνια μου αγρίεψαν και βγήκαν στο σεργιάνι,
στης νύχτας τα κυκλώματα, στου κέρδους, τους αγρούς.
Το τέρμα τ’ ουρανού
Το τέρμα τ’ ουρανού
Το τέρμα τ’ ουρανού
Τότε δεν τα σήκωνα, μα τώρα κουβαλάω
απάνω στην καμπούρα μου, τα βίτσια των καιρών.
Ας τέλειωναν τα ψέματα να πάψω να γελάω,
να μ’ έφτυνε κατάμουτρα το πάθος των τρελών.
Αστόχησα και έχασα το δώρο που μου τάζαν,
και τώρα αναδεύομαι στη χύτρα του χαμού.
Κι ενώ οι παλιοφίλοι μου μες στη φωτιά κοχλάζαν,
θυμήθηκα πως έμοιαζε το τέρμα τ’ ουρανού.
Το τέρμα τ’ ουρανού
Το τέρμα τ’ ουρανού
Το τέρμα τ’ ουρανού