Το λένε οι παλιοί στο καφενείο:
«Τον πέταξαν μια νύχτα στην πλατεία.
Τον βάλαν σε τσουβάλι για φορείο.
Ταυτότητα δεν είχε και στοιχεία.»
Εκεί, μες στου μυαλού του την παγίδα
Να ήξερε κανείς ποιος τον προστάζει.
Μια φράση, σαν σκισμένη εφημερίδα,
«Φυλάξου απ’ τη φωτιά κι από τ’ αγιάζι.»
Κανένας μας δεν ξέρει τ’ όνομά του,
Στου νου του πώς μπερδεύτηκε τα δίχτυα;!
Θα φύγει όταν έρθει η σειρά του.
Θα φύγει, όπως ήρθε, μες στη νύχτα.
Χαράζει η Κυριακή κι έχει μια ζέστη.
Και φλέγεται το φως στο μεσημέρι.
Στις μάντρες γιασεμιά, «Χριστός Ανέστη»,
Νωρίς θα έχει φέτος καλοκαίρι.
This lyrics has been read 296 times.