Ξεβάψαν οι πλάνες και τρέχεις,
αιχμάλωτος στο πουθενά.
Πέρασ’ η ώρα της μέθης
κι απόμειναν μάτια κενά.
Αν έχεις πέσει στ’ απόμερα,
κανένας δε σε μετράει.
Και οι σοφοί σου, δε νογάνε απ’ αυτά...
Κάποτε κίνησα συνεπαρμένος
για κείνα που γοήτευσαν, την ευθεία ματιά.
Τώρα ιδρώνω και νιώθω πεσμένος.
Στενεύουνε τα όρια κι ειν’ η μέρα βαριά.
Δύσκολο να ξεχωρίσω
ποια τ’ άγνωστα, ποια τα γνωστά.
Δεν ξέρω αν γλιστρήσω στα πίσω,
δε ξέρω αν θα φύγω μπροστά.
Έγειρα κάτω απ’ τη θλίψη σου
κι υψώθηκα πάνω απ’ τις πλάνες,
για να σ’ αγγίξω, για ν’ αλλάξω τη τροχιά.
Ισορροπώντας μέσα στη ζάλη,
θα παίξω το παιχνίδι με κλειστά τα χαρτιά....
Ώσπου να βρω το κρυμμένο κανάλι
και τα κρυφά τα πάθη, που σφαλούν τη ματιά.
This lyrics has been read 274 times.