Κάποτε ήρθε στον ώμο μου ένα τυφλό πουλί
με ρώτησε, αφού δεν βλέπω, τι να τα κάνω τα φτερά
του είπα πέτα, πέτα μικρό μου μακριά
ο ουρανός δεν έχει τοίχους δεν έχει εμπόδια
αν είχα φτερά κι εγώ, θα `κλεινα τα μάτια κ θα πετούσα
Κάποτε ήρθες και μου `πες ήμουν κι εγώ τυφλη
είπες ακόμα τα είχα όλα δεν τα `βλεπα όμως πουθενά
την γη κοιτούσα με άλλα μάτια από ψηλά
τον ουρανό τον εκρατούσα στα δυο μου χέρια
και πίστεψε με στο λέω εγώ
δεν είσαι μισός, μα ευτυχισμένος.