Ποτάμι ο πόνος,
ο κόσμος δεν υπάρχει πια,
και στέκεσαι μόνος,
σκυφτός για άλλη μια φορά.
Την πόρτα ανοίγεις,
θα φύγεις, μου λες.
Μα πίσω δεν κοιτάζεις,
φοβάσαι και διστάζεις.
Δεν ξέρεις τι σου φταίει,
να φύγεις μόνο θες.
Μα αν φύγεις, να το ξέρεις,
ποτέ δε θα γυρίσεις.
Όσο κι αν σε λατρεύω,
σου το απαγορεύω,
έστω κι αν με μισήσεις.
Αφήνω την πόρτα,
στο σπίτι μπαίνει η βροχή,
πλημμύρισαν όλα,
τι να τα κάνω μοναχή;
Ας γίνουν κομμάτια,
δεν εχουν ψυχή.
Τα μάτια μου θα κλείσω.
Γιατί να σ’ αγαπήσω;
Στο κλάμα μου θα πνίξω
εικόνες και βροχή.
Μα αν φύγεις, να το ξέρεις,
ποτέ δε θα γυρίσεις.
Όσο κι αν σε λατρεύω,
σου το απαγορεύω,
έστω κι αν με μισήσεις.