Χρυσούλα με βαλάντωσες,
Χρυσούλα μ’ έχεις κάψει,
Χρυσούλα σβήσε τη φωτιά,
όπου μου 'χεις ανάψει.
Πάρε νερό απ’ τα μάτια σου
και νίψ’ το πρόσωπό σου,
που το χαϊδεύει ήσυχα,
Χρυσούλα μ’ ο δικός σου.
Χρυσούλα βάσανο πικρό,
με παίρνεις στο λαιμό σου,
όσο μου κάνεις τον βαρύ,
μια μέρα, φως μου, πως μπορεί
να γίνω σύντροφός σου.