Δεν ξεύρω γιατί πάντοτε,
να είμαι λυπημένος
και η αιτία είσαι εσύ,
που θα χαθώ, καημένος.
Μ' αυτή την άσπλαχνη καρδιά,
πώς μ' έχεις κατηντήσει,
το έλεός σου κάνε πια,
πριν η ζωή μου σβήσει.
Αγάπησέ με να χαρώ
και όχι να λυπούμαι,
σ' αυτόν τον ψεύτικο ντουνιά,
έλα μαζί να ζούμε.
Τότε θα πάψουν οι καημοί
και της καρδιάς ο πόνος,
π' απέκτησα για σε σκληρά
και κλαίγω πάντα μόνος.