Όταν θ` αρχίσει η νύχτα αυτή
αργά αργά
τα μάγια της να λύνει
μεσ` τα τραπέζια σοβαρή
κάθεται εκείνη
Μάγια Μελάγια και αργοπίνει
το ελιξήριο για τη φθορά.
Κάθεται εκείνη βελούδα άγια
μάτια που γδύνει κάθεται εκείνη
φωτιές πετάει κι όλο ζητάει
με βλέμμα αθάνατο
κι από το θάνατο
κι από το θάνατο αναφορά.
Μπόι μπόι κοίταξέ με μπόι
πώς περνάνε μπόι
απ` την άλλη όχθη.
Μπόι μπόι πέρασέ με μπόι
κέρασέ με μπόι το μεγάλο αχ.
Μπόι μπόι χόρεψέ με μπόι
σβήνουνε κι οι έρωτες
άμα γίνουν μόχθοι.
μπόι μπόι είσαι αθάνατος
τάχα είναι ο θάνατος
σαν το πρωτοβρόχι.
Σκανδάλου πέτρα Μάγια Μελάγια
σαν τη Σοράγια Μάγια Μελάγια.
Καύτε τα βράδια
φώτα πλημμύρες,
προβλέπω απόψε
μανούλες χήρες.
Νάσου κι οι μάγκες
με τα σπιρτόκουτα
γεμάτα λίρες.
Όταν τελειώσει η νύχτα αυτή
αργά αργά
ο κόσμος μας αφήνει
φωτιά παιδιά παρακαλώ
κι ας μείνει εκείνη.