Καμωματού ψεύτικα κλαις πως μ’ αγαπάς
κι εγώ σε βλέπω να πασχίζεις και λυπάμαι.
Πως δεν κατάλαβες σε βράχο πως χτυπάς
εγώ έχω πάψει από καιρό έφηβος να ‘μαι.
Θέλω δε θέλω ξύπνησα
σε τέτοια γη αλήτισσα
κι απ’ τα πολλά που έπαθα
θέλω δε θέλω έμαθα.
Τα γράμματα σου σαν ρομάντζο τα ρουφώ
τα γράφεις όμορφα στ’ αλήθεια σε θαυμάζω.
Αλλά δεν είμαι πια τ’ αγόρι το κουτό
έμαθα πίσω από τις λέξεις να διαβάζω.
Θέλω δε θέλω ξύπνησα
σε τέτοια γη αλήτισσα
κι απ’ τα πολλά που έπαθα
θέλω δε θέλω έμαθα.