Ο Ορέστης πλανιέται στις άγριες πόλεις
κι απ’ τις Ερινύες ζητάει να κρυφτεί
που φέρνουν ιδρώτα και πόνους και ρίγη
που του τσακίζουν κορμί και ψυχή
Εμπόροι νταβάδες και μπάτσοι προστάτες
του παίρνουν ό,τι έχει και κάθε στιγμή
του παίρνουν ό,τι έχει του δίνουν τη δόση
που διώχνει Ερινύες του λένε στ’ αυτί
Τα ζόμπι που ζούνε στις άγριες πόλεις
λατρεύουν τα πλούτη για κέρδη διψούν
μα ο Ορέστης με τρύπιες τις φλέβες τους δείχνει
ποια είναι η ζωή τους γι’ αυτό τον μισούν
Μιαν όμορφη νύχτα με γέλια και φώτα
ο Ορέστης πεθαίνει σε υπόγειο στενό
και μόνο η Ηλέκτρα κοιτάζει με θλίψη
το πτώμα πριν φύγει να πάει σε χορό
Σε δρόμους του Ικόνιου η Ιφιγένεια
πουλάει παπαρούνες και παίρνει λεφτά
μα όταν ρωτάει για τον Ορέστη
εκείνοι γελάνε και δίνουν διπλά