Θαρρώ πως περπατάς πάνω σε ήχους
ίχνος εσύ θαμπό σε καταιγίδα
είναι χαφιές ο νόστος στην ελπίδα
όταν σηκώνει στη μορφή σου τείχος
ανώνυμη στιγμή χτυπά στα ίσα
μετρώ τις αντοχές μου και δεν βγαίνω
δέσμιος στα πελάγη σου μαθαίνω
μόνος στων ματαιώσεων τα γείσα
Μη με ζητάς με κρύψανε τα χρόνια
στα βήματά σου πέτρωσε η λήθη
γιγάντωσε η δίνη σου στα στήθη
μέρα φθαρτή ζητώ να με λυτρώσει
σαν σώμα που το απέταξαν τα ήθη
κι οι άνεμοι σ’ ερημικά αλώνια