Θα βάλω Κυριακάτικο κουστούμι
Και δούλος του Θεού θα στολιστώ
Θα πιω ένα ουίσκι ένα ρούμι
Να πάρω θάρρος και να ζαλιστώ
Και αφού θα ζαλιστώ και πάρω θάρρος
Θα σφίξω το παπιόν μου στο λαιμό
Μπροστά στο δημαρχείο σαν φαντάρος
Που νούμερο φυλάει θα σταθώ
Κι αντίστροφα το χρόνο θα μετρώ
Και σαν η ώρα λίγο θα περάσει
Η Λία μέσα στ’ άσπρα θα φανεί
Επίσημα κι αργά θα πλησιάσει
Θα φιληθούμε θα μου «Θανάση!»
Με μια γλυκιά τρεμάμενη φωνή
Θ’ αρχίσει το μυστήριο και θα’ ναι
Μυστήριο πως έφτασα ως εδώ
Οι φίλοι γύρω θα κρυφογελάνε
Μα εγώ δε θα γυρίζω να τους δω
Ο γάμος είναι πράγμα σοβαρό
Οι φωτογράφοι θα φωτογραφίζουν
Οι συγγενείς θα κλαιν από χαρά
Κουφέτα στον αέρα θα σφυρίζουν
Κι εγώ τη Λία θα κρατώ γερά
Να μη χαθούμε έτσι ξαφνικά
Η πρώτη μας η νύχτα θα περάσει
Με χάδια μ’ αγκαλιές και με φιλιά
Η Λία θα μου λέει γλυκά «Θανάση!»
Πουλιά θα κελαηδούνε μες στην πλάση
Και τ’ άστρα θα χορεύουνε τρελά
Κι αφού λίγος καιρός θα’ χει περάσει
Και θα γυρίζω πτώμα απ’ τη δουλειά
Η Λία θα μου λέει «βρε Θανάση,
Οι βρύσες στο λουτρό έχουν χαλάσει
Δε κάθεσαι να ρίξεις μια ματιά;!»
Κι αν έζησα σε δίσεκτο αιώνα
Που τρώγαν το κασέρι με ψωμί
Κι αν η βροχή με δέρνει το χειμώνα
Θα πιάνω από νωρίς την πολυθρόνα
Να σκέφτομαι μια ατέλειωτη εκδρομή