Κοίταξε πώς δύει ο ήλιος σαν σφαίρα
οι άνθρωποι φεύγουν μέσα σε τρένα
η επανάληψη της κίνησης, σημείο ζωής
με χτυπάει σαν σφαίρα, πέφτω καταγής
Στου απέραντου κόσμου, τις άδειες ταράτσες
τα όνειρά μου καθρεφτίζονται απάνω στους χάρτες
κι αυτά τα σύννεφα δείχνουν πως η μέρα τελειώνει
είμαι τόσο μόνος που κανείς δε με γλιτώνει
Μακριά απ’ όλα αυτά, μητέρα, που υποσχέθηκα να κάνω
πόσα χρόνια ακόμα μένουν μέχρι να πεθάνω;
Να φέρουμε στον κόσμο τουλάχιστον ένα παιδί
ή ν’ αγοράσουμε καλύτερα μια γάτα ή ένα σκυλί
να υπενθυμίζει μια ανύπαρκτη σχέση
αυτή που είχα κι αυτή που ελπίζω να έρθει
Μόνο γι’ αυτή τη στιγμή ας ήμουν γλάρος
να πετούσα από πάνω μου αυτό το ηλίθιο βάρος
απέταλος πάνω απ’ τα φύλλα της χλόης
αναζητώντας τη χαμένη τιμή μιας πόλης
Πόσο βαθύς είναι αυτός ο ορίζοντας;
ο σκύλος μου πέφτει απ’ το διάστημα δύοντας
μέσα στον πόλεμο η καρδιά του χτυπάει
μ’ ένα κοχύλι μού τηλεφωνάει
απ’ της μοναξιάς το απέριττο τέλος
σε κοιτάζω πάλι με δέος
Μόνο γι’ αυτή τη στιγμή ας ήμουν γλάρος
να πετούσα από πάνω μου το ηλίθιο αυτό βάρος
μετέωρος πάνω απ’ τα φύλλα της χλόης
αναζητώντας τη χαμένη τιμή μιας πόλης