Αν έχει χρώμα ο ουρανός γιατί τον ζωγραφίζεις
κι’αν στάζει άρωμα η σιωπή γιατί πολυμιλάς
ότι ερωτεύθηκες νωρίς διπλά θα το μισήσεις
αφού όσα σου’φερε ο βοριάς στα πήρε ο νοτιάς.
Τα σύννεφα χαμήλωσαν χωρίς να τα καλέσεις
οι αναμνήσεις θύμωσαν που άνοιξες χαρτιά
τί τό’θελες και βιάστηκες το άλογο να ζέψεις
αφού ήταν άγριο πέλαγος και φόρτωνε ζημιά.
Είναι ζόρικοι οι χειμώνες δε παλεύονται
και μικρά τα καλοκαίρια αναψυχής
δίχως διέξοδο οι ορμές σου παγιδεύονται
στις λακκούβες καταιγίδας ξαφνικής.
Είναι πολλά και άχρηστα που χρόνια έχεις μαζέψει
δεν επιστρέφεται η στιγμή η γέννα κι’η σοδειά
ποιο άγαλμα σου δίδαξε πως η αλήθεια αντέχει
αν κοιμηθείς στα γόνατα με μάτια ανοιχτά;
Η δίψα ψάχνει για άλλοθι και μάρτυρες τα λάθη
μα μη κρυφτείς του άλλου σου χαμένου εαυτού
κι’αν βλαστημήσεις θάλασσα όταν αυτή είναι λάδι
θα σε ρουφήξει η δίνη της στα σπλάχνα του βυθού.