Μέσα στη Χαλκοκονδύλη
φίλησα τα δυο σου χείλη,
και σβηστήκαν από μπρος μου
οι ζημιές αυτού του κόσμου,
και σβηστήκαν από μπρος μου
οι ζημιές αυτού του κόσμου.
Παίρνω κόλα και μελάνι
και γυρίζω στο σεργιάνι,
να μαζέψω τραγουδάκια
που να στάζουνε μεράκια,
να μαζέψω τραγουδάκια
που να στάζουνε μεράκια.
Στην παλιά Βουλή απ’ έξω
δυο στιχάκια θα σου πλέξω,
για τα μάτια σου που κλαίνε
και το λόγο δε μου λένε,
για τα μάτια σου που κλαίνε
και το λόγο δε μου λένε.
Στην πλατεία Εξαρχείων
βρέθηκα να είμαι μείον,
μου ξαφρίσαν οι διαβόλοι
τ’ αδειανό μου πορτοφόλι,
μου ξαφρίσαν οι διαβόλοι
τ’ αδειανό μου πορτοφόλι.
Ύστερα, στην Ιπποκράτους,
δύο όργανα του κράτους,
μου `βγαλαν την Παναγία
δίχως αφορμή κι αιτία,
μου `βγαλαν την Παναγία
δίχως αφορμή κι αιτία.