Βουβό νερό, βουβή πνοή,
σκόρπια κουρέλια από ελπίδες
κι ο πόνος έπαιιζε κρυφτό
πριν δύο ώρες που με είδες.
Να 'βαζα ρόμπα το φιλί,
η μαύρη θλίψη να σαλεύει
αχ, να μπορούσε ο ουρανός
τον χωρισμό να τον γιατρεύει.
Να 'χε ο Θεός σεβντά
κι έτσι, για δικό μας κέφι,
να χορεύαμε μαζί
στου παράδεισου το ντέφι. ( χ3 )
Εγώ εδώ, εσύ εκεί,
το δαχτυλίδι πεταμένο,
άδειο κρεβάτι η μοναξιά,
ένα αγρίμι διψασμένο.
Στο φεγγαρόφωτο που ζω,
χέρια, χέρια παράνομα κρατάω,
αχ, να μπορούσε ο ουρανός
να με γιατρέψει που πονάω.
Να 'χε ο Θεός σεβντά
κι έτσι, για δικό μας κέφι,
να χορεύαμε μαζί
στου παράδεισου το ντέφι. ( χ6 )
Να 'χε ο Θεός σεβντά.