Άϊντε θ’ αφήσω γέ , βρε γένια και μαλλιά,
αχ, αμάν, αμάν,
αμάν, για να με λένε γέρο.
Άϊντε το πόνο που’ χω, βρε, που `χω στην καρδιά,
αχ, αμάν, αμάν,
αμάν, μονάχος μου τον ξέρω.
Άϊντε τα νιάτα εχούν, βρε, εχούν γεράματα,
αχ, διπλός καημός,
αμάν, δεν είναι πάσαν μέρα.
Άϊντε ρώτα τους γε , τους γεροντότερους
αμάν, αμάν,
αμάν, που τα `χουν περασμένα.
Άϊντε κι όποιος θα μπει, θα μπει στη μαύρη γης,
αμάν, αμάν,
αμάν, πίσω δεν ξαναβγαίνει.
Άϊντε γλεντάτε νέ , βρε, νέοι το ντουνιά,
αχ, αμάν, αμάν,
αμάν, γιατί ο καιρός διαβαίνει