Έρχομαι μπροστά απ’ την άκρη του κόσμου
να ξεφυλλίσω τα κρυμμένα χαρτιά
Σκορπάω απρόσιτα μυαλά ενός κόσμου
που αργοπεθαίνει νύχτα μέρα βουβά
Σέρνω καλώδια που καίν’ κι έναν ήχο
που ξεκουφαίνει ψάχνοντας το γιατί
Σκορπάω μέταλλα, γυαλιά σ’ έναν τοίχο
είμαι η ένταση που σπάει τη σιωπή
Τρέχω ουρλιάζοντας, κοιτάω τις γρίλιες
να ξεφυσήσω κάποιο ίχνος ζωής
να μεταδώσω με μια λέξη μου χίλιες
όσα δεν τόλμησες να ονειρευτείς
Κρατάω γερά την ελπίδα σφιγμένη
Πάντα ασυμβίβαστος και πάντα οδηγός
Κι άμα ραγίσει έστω για λίγο η πλάνη
Απ’ το σκοτάδι σας βγάζω στο φως
Καίω για αντάλλαγμα ότι έχω μάθει
για απολίτιστους πολιτισμούς
να ξεπληρώσω στον αιώνα που θα `ρθει
όσα πονέσαν και ακόμα πονούν
Θα πω αλήθειες που πονάνε και καίνε
πυροβολώντας την καρδιά της ζωής
Όσοι δειλιάσαν και τρέμουν και κλαίνε
θα τους συντρίψουν απ’ τα μάτια της γης
Πράττω παράλογα για αυτούς που δεν ξέρουν
αυτή την ώρα που οδηγεί ο σκοπός
Όσοι τολμήσανε δε θα υποφέρουν
θα βυθιστούνε για πάντα στο φως
Κρατάω γερά την ελπίδα σφιγμένη
Πάντα ασυμβίβαστος και πάντα οδηγός
Κι άμα ραγίσει έστω για λίγο η πλάνη
Απ’ το σκοτάδι σας βγάζω στο φως
Dieser text wurde 237 mal gelesen.