Μια σπίθα ήταν αρκετή
να γίνει πυροφάνι,
μια λέξη ήταν αρκετή
την πίκρα να γλυκάκει.
Κι ούτε σπίθα, ούτε λέξη,
ποιος αλήθεια να `χει φταίξει,
ήρθε κι έφυγε στις έξι, στο αμίλητο.
Ήρθε κι έφυγε στις έξι
και το δάκρυ έχει τρέξει
δηλητήριο στο στόμα το αφίλητο.
Μια σπίθα ήταν αρκετή
ν’ ανοίξει η καρδιά μου,
μια λέξη ήταν αρκετή
να στρώσω την ποδιά μου.
Κι ούτε σπίθα, ούτε λέξη,
ποιος αλήθεια να `χει φταίξει,
ήρθε κι έφυγε στις έξι, στο αμίλητο.
Ήρθε κι έφυγε στις έξι
και το δάκρυ έχει τρέξει
δηλητήριο στο στόμα το αφίλητο.