Ήτανε Φθινόπωρο και τα φύλλα πέφτανε
και ένα αγέρι φύσαγε κάπως δυνατό,
ήτανε Φθινόπωρο και τα μαύρα σύννεφα
χάιδευαν παράξενα το Λυκαβηττό.
Ήρθε και το σούρουπο και τα φώτα ανάψανε
κι άδικα τα μάτια μου τον χαμό σου κλάψανε
και το πάρκο έρημο κι η καρδιά μου άδεια
ζω με την ανάμνηση πονεμένα βράδια.
Αν μιλούσαν τα σύννεφα
αν μιλούσαν κι οι δρόμοι
θα σου λέγαν αγάπη μου
πως σ’ αγαπώ ακόμη.
Δε με παρηγόρησε ο καιρός που πέρασε
ούτε και το χείλι μου από τότε γέλασε,
σκέπασε ο πόνος μου κάθε ομορφιά
ζω μες στο Φθινόπωρο και στη συννεφιά.
Αν μιλούσαν τα σύννεφα
αν μιλούσαν κι οι δρόμοι
θα σου λέγαν αγάπη μου
πως σ’ αγαπώ ακόμη.