Ποια ανόητη πίκρα μπαινοβγαίνει σ’ αυτό το μπαλκόνι
ποια αλλόκοτη πλάνη στη φωτιά ξεναγεί τα λουλούδια
ίσως είναι μια μοίρα που χηρεύει και θρηνεί στα τραγούδια
ή μια άτυχη μέρα που φθινόπωρο έφερε χιόνι.
Όμως έχω μια ασπίδα από δέρμα
κι ένα είδωλο με μαύρα μαλλιά που κρυώνει
μια ανυπόληπτη έννοια τα χείλη μου γέμισε αίμα
και στο γυμνό μου κλαδί, αδυσώπητα κουνά το πριόνι.
Ήρθαν άλλοι καιροί και τα φύλλα ανεβήκαν στα δένδρα
μα το μπλε απ’ τα μάτια μου ξεθώριασε στα δίχτυα που έστηνα.
Σαν σκιά στη σιωπή ή παραίσθηση στην πράσινη τέντα
έχει ήχο, μυρωδιά και αφή. ΔΕΣΠΟΙΝΑ !