Ποιος μπορεί να νταγιαντίσει
τα δικά μου βάσανα
που `ναι τόσα κι άλλα τόσα
κι απ’ τα χίλια πιο πολλά
κι απ’ τους πόνους, το κορμί μου,
έλιωσε σιγά - σιγά.
Ας πεθάνω, ας πεθάνω να γλιτώσω,
άλλους πό- άλλους πόνους να μη νιώσω.
Άνθρωπος να μη γεννιέται,
να `χει τέτοιο ριζικό,
απ’ τα βάσανα τα τόσα
ποιό παράπονο να πω,
από πού να ξεκινήσω,
τί να πρωτοθυμηθώ.
Ας πεθάνω, ας πεθάνω να γλιτώσω,
άλλους πό- άλλους πόνους να μη νιώσω.