Τράβηξα μια ρουφηξιά
κι η κάφτρα του τσιγάρου,
το πρόσωπό σου φώτισε
σα λάμψη κάποιου φάρου
Είδα απόκρημνη αγκαλιά
τα χέρια σαν κουρσάρους
και μια ψυχούλα ναυαγό
στη μέση του πελάγους
Νησάκι το δωμάτιο
το σκάψαμε ως τις άκρες
μα δεν υπήρχε θησαυρός
κι ας έγραφαν οι χάρτες
Τη γόπα έσβησα κλεφτά
σηκώθηκα στα νύχια
το Σ.Ο.Σ. που σου ψιθύρισα
ήταν μια καληνύχτα.
Dieser text wurde 321 mal gelesen.