Πώς να ημερέψει ο καιρός;
Πώς η Άνοιξη να φτάσει;
Πώς να σωπάσουν οι καιροί που μάτωσε η πλάση;
Μάτωσαν δρόμοι και ψυχές.
Ματώσαμε οι αγάπες.
Γίνανε μαύρες οι ζωές, γεμάτες αυταπάτες.
Πώς να ημερέψει ο καιρός; Πώς μαύρισε η ψυχή μου;
Πώς να γιορτάσω μοναχός, το Θάνατο, καλή μου;
Θειάφι να πάρεις σου 'δωσαν, για να μην τραγουδήσεις.
Να μη βρεις ήλιο ζωντανό. Να μη ξαναγεννήσεις.
Κυρά μου εσύ κι Αρχόντισσα, ποτέ μην προσκυνήσεις.
Του μύθου τα παλάτια σου, μην τους τα ξεπουλήσεις.
Να μην τους δώσεις πια να πιουν, τα όμορφά σου γέλια.
Σκέψου του Απόλλωνα χαρές, του Ομήρου τα τεφτέρια!
Πώς να ημερέψει ο καιρός, καλέ μου πώς να ζήσω;
Έλα και κάτσε δίπλα μου, για να μη ξεψυχήσω.
Κράτα το χέρι μου σφιχτά και δείξε στα παιδιά μας.
Να μάθουνε να πολεμούν για τ’ άγια χώματά μας!
Κυρά μου εσύ κι Αρχόντισσα, στολίδι όλο του κόσμου!
Έχω τη Θάλασσα για ευχή, τον Ουρανό έχω γιο μου!
Έχω Θεό τον Ήλιο μας, τους Αετούς για μάτια!
Και παλληκάρια δίπλα μου, τρελού καιρού γινάτια!
Κυρά μου εσύ κι Αρχόντισσα