Πρώτης γυναίκας είναι η ομορφιά.
Πόρνης χαμόγελο κι αυτό μπροστά απ’ το δάκρυ.
Του ευνούχου το άρωμα δίνει χαρά.
Ελπίδα αγγέλου που διψάει πίσω απ’ το φράχτη.
Είναι φωτιά που όλο διώχνει ξωτικά.
Αυτή που ανάβει μ’ ένα κλάμα τη βροχή μου.
Είναι οι σταγόνες που αργοσβήνουνε δειλά.
Βάφτισα μύθο και χαρά «Δροσιά του Κρίνου»
Μέσα σε τρύπες δε μιλούν – Μόνο παλεύουν.
Όσοι ερωτεύτηκαν αγγέλους και χορεύουν.
Γιατί δε θέλουν στη φωνή σιωπή να δώσω.
Γιατί δε θέλουν το Θεό μου να στοιχειώσω.
Είστε κι εσείς που τραγουδάτε τη χαρά μου.
Μα είναι κι αυτοί που όλο σκοτώνουν τα όνειρά μου.
Είμαι κι εγώ που με πονάν’ με ότι μου δίνουν.
Και είμαι εδώ για να τους πω «Δροσιά του Κρίνου»