Πήρα το δρόμο το στενό,
πήρα το μονοπάτι,
γιατί έχω την καρδούλα μου,
από πληγές γεμάτη.
Βαδίζω με παράπονο
και χύνω μαύρο δάκρυ,
χωρίς να ξέρω που θα βγω,
που θα με βγάλει η άκρη.
Κι έτσι γυρνώ παντ’ έρημος
κι απ’ όλους ξεχασμένος,
δίχως ελπίδα στην καρδιά
και περιφρονεμένος.
Κι εσύ σκληρή το θέλησες,
να περπατώ μονάχος,
μα θα με σώσει απ’ τους καημούς,
πολύ γοργά ο τάφος.
Dieser text wurde 339 mal gelesen.