Μ’ αρέσουν τα παλιά, τα σκουριασμένα
εκείνα που ο καιρός τα δυναμώνει,
μ’ αρέσουνε τα ρούχα τα λιωμένα
που φόρεσαν το γέλιο και τη σκόνη.
Μ’ αρέσουν τα σπίτια που γερνάνε,
στις πόρτες τους κοιμούνται παραμύθια
κι ολόισια στα μάτια σε κοιτάνε
με τα ορθάνοιχτά τους παραθύρια.
Ίσως και να `μαι λάθος,
ίσως και να φοβάμαι,
μα ίσως κατά βάθος
μ’ αρέσει να θυμάμαι.
Μ’ αρέσουν τα παλιά, τα σκουριασμένα
που κέρδισαν με κόπο την αγάπη,
μ’ αρέσουνε τα γερασμένα τρένα,
πόσα `'αντίο'’ σέρνουνε στην πλάτη.
Μ’ αρέσουν οι παλιές φωτογραφίες,
μητέρα, βγες από το κάδρο τώρα,
νισάφι πια μ’ αυτές τις αταξίες,
στρωμένο το τραπέζι τόση ώρα.