Ό,τι περίσσευε γλυκιά ήταν νύχτα
σκοτάδι κι έπλεκε μέσα μου δίχτυα
κι εγώ τ’ αγκάλιαζα κι ονειρευόμουν
πως ήμουν τ’ άστρο μου και γιατρευόμουν.
Ό,τι περίσσευε βαριά ήταν σκόνη
ζωή που σκέπαζε άδειο σεντόνι
σκουριά που έντυνε αργά το σώμα
φωνή αιχμάλωτη σε ξένο στόμα.
Αν έχει ανάγκη η καρδιά μακριά να πάει
λίγα χρειάζεται, την πνίγουν τα πολλά
να γίνει άνεμος στα χρόνια να περνάει
να μη φορτώνουν τη ζωή τα περιττά.
Ό,τι περίσσευε τ’ άφησε η μνήμη
μαζί του έκλεισε για πάντα ειρήνη
γυμνά τα χρόνια μου με ότι απομένει
βλέπουν μια θάλασσα που περιμένει.
Dieser text wurde 287 mal gelesen.