Το φεγγάρι ψηλά σαν γιγάντιος φακός
και σκορπά στο νερό ένα κίτρινο φως
μα η σκέψη σου πάλι μαύρο σύννεφο θα `ρθει
απ’ της πόλης το κάστρο ως του κόσμου την άκρη
όσο μακριά κι αν κρυφτώ η καρδιά μου ματώνει
πες μου απ’ αυτή τη νυχτιά κανείς πως γλιτώνει.
Στα στενά θα χαθούν των παιδιών οι φωνές
θα `ναι ο δρόμος μπροστά χίλιες πόρτες κλειστές
κάποιος θα ψιθυρίζει τρυφερά τ’ όνομά σου
και θα σβήνει γυμνός μέσα στην αγκαλιά σου
κι εγώ κλειδώνω διπλά το έξω μπαλκόνι
μα απ’ αυτή τη νυχτιά κανείς δε γλιτώνει.
Το φεγγάρι ψηλά σαν γιγάντιος φακός
στο δωμάτιο γλιστρά το θλιμμένο του φως
της αγάπης σου τώρα θα σκορπίσει τη στάχτη
απ’ της πόλης το κάστρο ως του κόσμου την άκρη
όσο βαθιά κι αν κρυφτώ στο κρύο σεντόνι
Θε μου απ’ αυτή τη νυχτιά κανείς δε γλιτώνει