Αρωματίζω τη μιζέρια μου με βότανα
για να την κάνω ευτυχία να μυρίζει
σαν το ζωγράφο που εστέρεψε απότομα
και το πινέλο του αντίγραφα σκαλίζει.
Αρωματίζω τη μιζέρια μου με βότανα
και αποστηθίζω τα στιχάκια των μεγάλων
όταν αρχίζουν να χτυπιούνται όλα τα όργανα
κι ο μπαρμπα Νιόνιος να σαλτάρει μ`έναν μπάλο.
Έρχονται πάνω μου του Παύλου τα φαντάσματα
σαν χορωδία παιδική μου τραγουδάνε
"Δεν έχεις τίποτα να πεις που δεν το είπαμε
κανείς δεν έχει να σου πει πολλά, λυπάμαι".
Αρωματίζω τη μιζέρια μου με βότανα
για να την κάνω ευτυχία να μυρίζει
σαν το ζωγράφο που εστέρεψε απότομα
και το πινέλο του αντίγραφα σκαλίζει.
Βάζω το ράδιο, ο Χάρης φανερώνεται
να καλοπιάνει της αγάπης τα μαχαίρια
μ`ένα πρόστυχο σινιάλο απογειώνεται
και με οδηγεί σε περιπέτειες δίχως τέρμα.
Έρχονται πάνω μου του Παύλου τα φαντάσματα
σαν χορωδία παιδική μου τραγουδάνε
"Δεν έχεις τίποτα να πεις που δεν το είπαμε
κανείς δεν έχει να σου πει πολλά, λυπάμαι".