Σαββατόβραδο που ήσουν
και πρωί την Κυριακή,
ξημερώθηκες σε σπίτι
ή ταβέρνα κοσμική.
Και σου ετοίμασα γιατάκι
και μεζέδες και ρακή
και μου ήρθες κουρασμένος
μεσημέρι Κυριακή.
Παραβάτης είσαι φίλε
και με κόκκινο περνάς,
στο τσαρδάκι μου κοιμάσαι
και με άλληνε ξυπνάς.
Επικίνδυνα σοφάρεις
κι όλο στραβοτιμονιές
κι όπως πας θα ντεραπάρεις
και στα πόδια μου θα κλαις.
Μου ‘πανε βρε αγοράκι
ότι μπαίνεις ταχτικά
σε ταβέρνες, σε κουτούκια
και γλεντάς με θηλυκά.
Και σου βρήκα στο σακάκι
τρία τέσσερα κλειδιά
και θα πάρεις τη βαλίτσα
στην επόμενη λαδιά.
Παραβάτης είσαι φίλε
και με κόκκινο περνάς,
στο τσαρδάκι μου κοιμάσαι
και με άλληνε ξυπνάς.
Επικίνδυνα σοφάρεις
κι όλο στραβοτιμονιές
κι όπως πας θα ντεραπάρεις
και στα πόδια μου θα κλαις.