Εσύ που βλέπεις να πεθαίνω στην αγάπη σου
και υποκρίνεσαι πως τάχα με λυπάσαι
δώς τη συμπόνια σου αλλού, δεν τη χρειάζομαι
εγώ αγάπη σού ζητώ, να το θυμάσαι.
Είμ’ ένα χαρτί καμένο
τώρα μες στα χέρια σου,
το παιχνίδι είναι χαμένο,
τίποτα δεν περιμένω
μόνο τα μαχαίρια σου.
Εσύ που πήρες το χαμόγελο απ’ τα χείλη μου
την απονιά σου μοναχά μου `χεις αφήσει,
κι από ατσάλι αν μπορούσα να γινόμουνα
η αχαριστία σου αυτή θα με λυγίσει.