Μπήκε η Άνοιξη,
τα λουλούδια ανθίζουν
Τα φώτα της γιορτής
διασχίζουν την ερημιά μου
που δεν είναι βρεγμένο ρούχο
ούτε σχισμένο πέπλο
Είναι η σάρκα μου,
έρπει στον αιχμηρό πλανήτη
με όραση χαώδη,
με ήχο,
αλύχτισμα πεινασμένης αγέλης
Πού πηγαίνεις ;
ρώτησε ο Θεός
ενώ ήξερε.