Με τού Διογένη το φανάρι
έψαχνα χρόνια να σε βρω,
να γίνει φως μέσ’ στο σκοτάδι
κι εγώ να μην αντισταθώ,
θέλω να μην αντισταθώ.
Χωρίς αντάλλαγμα, ψυχή μου,
θέλω να σού παραδοθώ,
σαν καραβάκι που γιορτάζει
θέλω να φωταγωγηθώ,
θέλω να μην αντισταθώ.
Έλα κοντά μου, φως μου,
το γλυκό φιλί σου δώσ’ μου
κι άσε με να πέσω πιο βαθειά,
στων χειλιών σου τ’ άπατα νερά.
Παίξε το πιο παλιό παιχνίδι
για τού κορμιού το λυτρωμό
κι αν με πληγώσαν πόνοι χίλιοι,
ξανά να μην αντισταθώ,
θέλω να μην αντισταθώ.
Χωρίς αντάλλαγμα, ψυχή μου,
θέλω να σού παραδοθώ,
νερό και χώμα κι ένα σώμα
θέλω να ρίξω στο χορό,
θέλω να μην αντισταθώ.
Έλα κοντά μου, φως μου,
το γλυκό φιλί σου δώσ’ μου
κι άσε με να πέσω πιο βαθειά,
στων χειλιών σου τ’ άπατα νερά.