Δυο σταγόνες στα χείλη σου απάνω
βροχής, και νομίζω τον ήλιο πως φτάνω.
Γλυκά τις ξεκλέβω, δικές μου τις κάνω
τόση ευτυχία που θες να τη βάλω.
Κι ας ξέρω, σκληρά θα πληρώσω.
Το θέλω, δε θα το προδώσω.
Φοβάμαι, μα δε σταματάω.
Σ’ αγαπάω.
Παίρνω το σχήμα της αγκαλιάς σου.
Με φέρνει το κύμα του πόθου κοντά σου.
Βρεγμένοι κι οι δύο ζητάμε τη λήθη.
Δε θέλουμε τέλος, στο παραμύθι.
Ό,τι δικό σου, δικό μου το κάνω,
ιδέες και σκέψεις, εικόνες και λέξεις.
Κι αν κάποτε φύγεις ή φύγω, δεν ξέρω
εδώ πρώτα θα’ σαι, γι’ αυτό μη λυπάσαι.