Το `να πόδι απάνω στ’ άλλο κι ο καφές μου τούρκικος,
κι άσε να δουλεύουν άλλοι και για μένα έχει ο Θεός,
θέλω εγώ το καλοκαίρι να `μαι κάτω απ’ τη σκιά
το χειμώνα στη σομπίτσα και τα βράδια αγκαλιά.
Με το μαλακό δουλεύω κι όλο το φιλοσοφώ,
μια γυναίκα έχουν οι άλλοι, μια γυναίκα έχω κι εγώ,
δεν με λέει ποτέ τεμπέλη κι ούτε με παρεξηγεί,
και ξεκούραστο με θέλει, δε δουλεύω εγώ πολύ.
Το `να πόδι απάνω στ’ άλλο και κανείς μη μ’ ενοχλεί,
διώξε μου μικρέ τη μύγα που με γαργαλάει στ’ αυτί,
θέλω εγώ το καλοκαίρι να `μαι κάτω απ’ τη σκιά
το χειμώνα στη σομπίτσα και τα βράδια αγκαλιά.
Με το μαλακό δουλεύω κι όλο το φιλοσοφώ,
μια γυναίκα έχουν οι άλλοι, μια γυναίκα έχω κι εγώ,
δεν με λέει ποτέ τεμπέλη κι ούτε με παρεξηγεί,
και ξεκούραστο με θέλει, δε δουλεύω, έχω πει.