Μέσα στα στήθια μου φωλιάζει
στεναχώρια, πίκρα και καημός
και η φτωχή καρδιά μου νοιάζει
σαν συννεφιασμένος ουρανός.
Πότε το ένα πότε τ’ άλλο
φτιάξανε βάσανο μεγάλο
γίνανε σύννεφα βαριά
και μου σκεπάζουν την καρδιά.
Η καταιγίδα του καημού
μου `χει θολώσει πια το νου
κι αναρωτιέμαι κι απορώ
παρηγοριά πότε θα βρω.
Για να σωθούν τα βάσανα μου
και η στεναχώρια η βαριά
θα ξεριζώσω την καρδιά μου
και θα την πετάξω στην φωτιά.
Την ησυχία μου για να `χω
θα βάλω μες στα στήθια βράχο
κι όλος ο κόσμος αν καεί
δε θα μου καίγεται καρφί.
Η καταιγίδα του καημού
μου `χει θολώσει πια το νου
κι αναρωτιέμαι κι απορώ
παρηγοριά πότε θα βρω.
Dieser text wurde 226 mal gelesen.