Χάραξε· κι ανθίσαν μάτια και πουλιά
Hλιοστάλαχτα φιλιά
Aκουμπούν στα ρόδα τα μισάνοιχτα
Των χειλιών σου μελανιά
Σιωπηλοί δραπέτες τ’άστρα της νυχτιάς
Και τ’ονείρου η ηδονή
Στ’ουρανού τον κόρφο λούφαξαν κι ακούν
Μια μαινάδα προσευχή
Μια γιορτή στου πόθου σου την άβυσσο
Για σένα, φως μου, θ’αρνηθώ
Και τον παράδεισο
Μερτικό ποτέ δε θέλησα μισό
Και μήλο σάπιο· κι αδειανό
Φιδοπουκάμισο
Χάραξε· και ρόδισαν τα πέλαγα
Και τ’αλίμενα νησιά
Της αυγής το λάγνο καρδιοχτύπημα
Σε δυο βλέφαρα κλειστά
Σαν αφρός στο θαλασσοκυμάτισμα
Μα με πύρινα φτερά
Μοιάζεις αναδυομένη Παναγιά
Πού ’χει σάρκα και καρδιά
Μια γιορτή στου πόθου σου την άβυσσο
Για σένα, φως μου, θ’αρνηθώ
Και τον παράδεισο
Μερτικό ποτέ δε θέλησα μισό
Και μήλο σάπιο· κι αδειανό
Φιδοπουκάμισο
Dieser text wurde 337 mal gelesen.