Πυκνή αμφίβολη ομίχλη καρφώνει ίσα στη καρδιά
σαν τη κραυγή του σκύλου που ουρλιάζει στο σκοτάδι.
Αγκαλιάζει το στήθος μου με τεράστια χέρια
και χτυπάει κρυφά.
Είναι η αρχή ένα άγγιγμα που σιγά μεγαλώνει
καρφώνει τη θλίψη, την ηρεμία παγώνει.
Ραγίζει τον γρανίτη χιλιάδες κομπρεσέρ
χτυπάνε ανελέητα, με φτιάχνουνε αστό.
Αμφιβολίες, επιθυμίες, σκοτεινές ιστορίες
της αγάπης μου ελεγείες
και σκορπισμένοι αγώνες
σε φωνές, σε αγχόνες.