Ταξιδευτές πολλοί ως τώρα
πως θα μου φέρναν, μου ’παν, πετράδια.
Μα είχαν ψεύτικα καράβια
και την καρδιά μου άφησαν άδεια!
Μη μου λες, μη μου λες, μη μου λες
για τα μάτια που ’χω αγαπήσει,
για φωνές, για φωνές, για φωνές
που τη γη μου έχουνε πατήσει.
Ό,τι λες, ό,τι λες, ό,τι λες
είναι πέλαγος που θα στερέψει.
Μη μου λες, μη μου λες, μη μου λες
όσα μου ’παν, τα ’χω πια ξοδέψει!
Μεταξωτά από τη Σμύρνη
μου ’χαν φυλάξει μες στο αμπάρι.
Τώρα ξεχνάν τι μου ’χαν τάξει,
γι’ άλλα λιμάνια έχουν σαλπάρει!
Μη μου λες, μη μου λες, μη μου λες
για τα μάτια που ’χω αγαπήσει,
για φωνές, για φωνές, για φωνές
που τη γη μου έχουνε πατήσει.
Ό,τι λες, ό,τι λες, ό,τι λες
είναι πέλαγος που θα στερέψει.
Μη μου λες, μη μου λες, μη μου λες
όσα μου ’παν, τα ’χω πια ξοδέψει!
Όρκοι ανεκπλήρωτοι όλα τους τα λόγια,
να με γειάνουν δεν αρκούν χίλια μοιρολόγια!